- ἐνέθηκαν
- ἐντίθημιput inaor ind act 3rd pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
σπερματοτοξίνη — και σπερμοτοξίνη η, Ν (βιοχ.) αντισωματική ουσία η οποία περιέχεται στον ορό τών ζώων στα οποία ενέθηκαν σπερματοζωάρια άλλου είδους και έχει την ιδιότητα να καταστρέφει τα σπερματοζωάρια τού είδους αυτού με ανοσολογική αντίδραση. [ΕΤΥΜΟΛ.… … Dictionary of Greek